Επιτομή:
Υπόβαθρο: Οι περισσότερες έρευνες μας υπενθυμίζουν τις θετικές επιδράσεις τις άσκησης από ορισμένους κινδύνους για την υγεία, σε όλες τις ηλικίες στον γενικό πληθυσμό. Στα άτομα όμως με ΣΔ οι επιδράσεις διαφοροποιούνται. Ενώ για τον τύπο 2 διαβήτη τα οφέλη της άσκησης είναι αναμφισβήτητα , παραμένουν αρκετά ερωτήματα για τις επιδράσεις της άσκησης για τα άτομα με τον τύπο 1. Είναι σημαντικό να διευκρινιστεί ο ρόλος της σωματικής δραστηριότητας στη διαχείριση του ΣΔτ1 και κυρίως τα οφέλη που παρέχει στην διατήρηση της ευγλυκαιμίας. Σε γενικές γραμμές, η αερόβια άσκηση μειώνει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, οι τιμές της οποίας επηρεάζονται από τον τύπο, τη διάρκεια, την ένταση της δραστηριότητας, καθώς και από άλλους παράγοντες, όπως είναι η αρχική τιμή της στο αίμα, η ατομική φυσική κατάσταση, η συγκέντρωση της ινσουλίνης, αλλά και άλλων αντιρρυθμιστικών ορμονών στην κυκλοφορία και την διατροφική κατάσταση του ατόμου. Την τελευταία 20ετια παρατηρείται παγκοσμίως αύξηση των νέων περιπτώσεων ΣΔτ1: 5% ετησίως στα παιδιά προσχολικής ηλικίας και 3% ετησίως στα παιδιά σχολικής και εφηβικής ηλικίας.
Σκοπός: Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να διερευνηθεί η επίδραση της αερόβιας άσκησης στα επίπεδα της γλυκόζης του πλάσματος σε παιδί με διαβήτη τύπου 1
Μεθοδολογία: Πρόκειται για μία κλινική περιπτωσιακή μελέτη όπου αποτελείται από ένα
κορίτσι 7 χρονών με ΣΔτ1. Η εθελόντρια υποβλήθηκε σε 60 λεπτά μέτριας σε σωματικά
επίπεδα αερόβιας άσκησης, 4 συνεχείς φορές την εβδομάδα και τις επόμενες 3, κατά σειρά, ημέρες ξεκουραζόταν (δεν έκανε κάποια αερόβια δραστηριότητα) για 12 συνεχείς εβδομάδες. Η γλυκόζη πλάσματος μετριούνταν μέσω αισθητήρα μέτρησης/καταγραφής γλυκόζης που ήταν εφαρμοσμένο πάνω της(FreeStyleLibreAbbott) πριν, αμέσως μετά το τέλος της άσκησης, καθώς και 60 λεπτά έπειτα από την αεροβική δραστηριότητα. Η τελευταία μέτρηση πραγματοποιούνταν και με μετρητή τριχοειδικού αίματος Accu-CheckGuide Αντίστοιχα και τις 3 ημέρες χωρίς αεροβική άσκηση, έγινε λεπτομερής καταγραφή της γλυκόζης πλάσματος και υπολογίστηκε από αυτό ο μέσος όρος της γλυκόζης 24ώρου. Επίσης χρησιμοποιήθηκε το ερωτηματολόγιο PedsQL 3.0 type DiabetesModule, το οποίο αφορά, την ποιότητα ζωής παιδιών με ΣΔτ1. Επιπλέον μέτρο έκβασης μεταξύ αρχικών (baseline) μετρήσεων και μετρήσεων στις 12 εβδομάδες, χρησιμοποιήθηκε και η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη αίματος (HbA1c). Η
στατιστική ανάλυση έγινε με το πρόγραμμα IBM SPSS Statistics 26 και η στατιστική
σημαντικότητα ορίστηκε p≤0.05 για όλες τις μεταβλητές.
Αποτελέσματα: Στην σύγκριση των επιπέδων γλυκόζης τις μέρες χωρίς και τις μέρες
όπου η 7χρονη εθελόντρια πραγματοποίησε αερόβια άσκηση σχετικά με τη μέση τιμή
του επιπέδου της γλυκόζης, προέκυψαν στατιστικά σημαντικές διαφορές με το Oneway-
ANOVA (p<0.001) με βελτιωμένες τιμές γλυκόζης υπέρ της συνθήκης αερόβιας
άσκησης. Συγκεκριμένα, βάσει των μετρήσεων βρέθηκε ότι η νεαρή είχε υψηλότερα
επίπεδα γλυκόζης (158,60 ±20,97) τις μέρες που δεν ασκήθηκε (μέσος όρος 24ώρου)
από τις ημέρες που ασκήθηκε (138,75 ±22,08) (μέτρηση 1 ώρα μετά την άσκηση). Από
τη σύγκριση των επιπέδων γλυκόζης τις ημέρες της αερόβιας άσκησης στις 3 χρονικές
στιγμές που μελετήθηκαν (πριν, αμέσως και 60 λεπτά μετά την άσκηση) για τους 3
μήνες συνολικά, από τη στατιστική δοκιμασία One-way-ANOVA, προέκυψε στατιστικά σημαντική διαφορά (p<0.001). Η ανάλυση post-hoc Scheffe έδειξε τις στατικά σημαντικές διαφορές να υπάρχουν μεταξύ τιμών γλυκόζης πριν την άσκηση με 1 ώρα μετά (p<0.001), καθώς και μεταξύ τιμών γλυκόζης αμέσως μετά την άσκηση με 1 ώρα μετά (p<0.001). Δεν βρέθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ γλυκόζης πριν και αμέσως μετά την άσκηση (p=0.409).Ενδεχομένως, αυτά τα αποτελέσματα να υποδηλώνουν τις πιο αργές προσαρμογές που λαμβάνουν χώρα στα επίπεδα γλυκόζης μετά την άσκηση. Επίσης από την μέτρηση της γλυκοζυλιωμενης παρατηρήθηκε σταθερότητα μεταξύ των δυο μετρήσεων μεταξύ των 3 μηνών (6,5 ΗbA1c), γεγονός αναμενόμενο.
Συμπέρασμα: Η αερόβια άσκηση φαίνεται ότι εχει θετική επίδραση στην ευγλυκαιμία
στο επτάχρονο παιδί, ιδιαίτερα στις μετρήσεις γλυκόζης 1 ώρα μετά την άσκηση, ενώ
τα επίπεδα γλυκοζυλιωμένης, κρίνεται ότι χρειάζονται πιο μακροχρόνιες παρεμβάσεις
για να αλλάξουν. Aν και τα αποτελέσματα αυτά είναι ενθαρρυντικά, δυστυχώς περιορίζονται στην παρούσα κλινική περίπτωση. Απαιτούνται μεγαλύτερης εμβέλειας δείγματος μελέτες για καλύτερη εξωτερική εγκυρότητα.