Επιτομή:
Σκοπός της παρούσας ερευνητικής εργασίας είναι η μελέτη της λειτουργικότητας της επικοινωνίας παιδιών προσχολικής ηλικίας και η συσχέτισή της με την ποιότητα ζωής, ως μια πτυχή των δυσκολιών που εμφανίζουν στην ομιλία τους. Η διάγνωση μέσω της αξιολόγησης και η -κατά το δυνατόν- έγκαιρη θεραπευτική παρέμβαση επί των δυσκολιών αυτών απασχολεί τα τελευταία χρόνια τόσο τους άμεσα ενδιαφερόμενους (παιδιά- φροντιστές) όσο και τις εμπλεκόμενες ειδικότητες επιστημόνων (λογοθεραπευτές).
Χορηγήθηκαν τρία Ερωτηματολόγια του σταθμισμένου εργαλείου μέτρησης «Speech Participation and Activity Assessment of Children (SPAA-C)» (McCormack, McLeod, McAllister & Harrison) για την άντληση πληροφοριών από το ίδιο το παιδί για την ποιότητα ζωής του, αλλά και από τους γονείς του, και χορηγήθηκε η σταθμισμένη Δοκιμασία Εκφραστικού Λεξιλογίου (Βογινδρούκας, Πρωτόπαπας, Σιδερίδης, 2009) για την αξιολόγηση λεκτικής έκφρασης.
Στην παρούσα μελέτη, συμμετείχαν συνολικά τριάντα παιδιά από την Πάτρα, το Αίγιο και το Ηράκλειο Κρήτης, διαιρεμένα σε δύο ομάδες. Η πρώτη, χαρακτηρίζεται με τον όρο «τυπική ομάδα» και αποτελείται από δέκα παιδιά, ηλικίας 3.11 - 6.1 ετών που δεν έχουν παρακολουθήσει κάποια συνεδρία Λογοθεραπείας ενώ η δεύτερη, η κλινική ομάδα, ηλικίας 4.3 – 6.6 ετών, αποτελείται από είκοσι παιδιά, τα οποία την περίοδο εκπόνησης της μελέτης παρακολουθούσαν ενεργά συνεδρίες Λογοθεραπείας.
Τα αποτελέσματα καταδεικνύουν τη μή ύπαρξη σημαντικής στατιστικής διαφοράς αναφορικά στις επιδόσεις των παιδιών (με τις τιμές του Μέσου Όρου και της Τυπικής Απόκλισης να είναι κοντά), γεγονός που δικαιολογείται από τον άνισο αριθμό συμμετεχόντων της τυπικής και κλινικής ομάδας. Συγκεκριμένα, στη «Σημασιολογική γνώση» οι τιμές Μέσου Όρου και Τυπικής Απόκλισης στην τυπική ομάδα ήταν αντίστοιχα 32,4 και 9,935, ενώ στην κλινική ομάδα ήταν 34,5 και 7,331. Τα ίδια αποτελέσματα προέκυψαν και στην «Αυθόρμητη Παραγωγή Λέξεων». Στην «Άρθρωση με μίμηση», η τυπική ομάδα είχε 12,8 και 3,458 στο Μέσο Όρο Τιμών και στην Τυπική Απόκλιση αντίστοιχα, ενώ η κλινική ομάδα είχε 13,6 και 3,633. Εντούτοις, σημαντικό εύρημα αποτελεί η ποικιλία των συναισθημάτων των παιδιών που παρακολουθούν συνεδρίες Λογοθεραπείας, όπως προκύπτει από τις απαντήσεις στα Ερωτηματολόγια του SPAA-C σε σχέση με το «τυπικό δείγμα» παιδιών.
Όλα τα παραπάνω θα μπορούσαν, δυνητικά, να αποτελέσουν βασικό εγχειρίδιο εννοιολόγησης και μια χρήσιμη αφετηρία για όποιον αναγνώστη ή νέο Λογοθεραπευτή επιθυμεί να κατανοήσει τον τρόπο που βιώνουν τα παιδιά την καθημερινότητά τους, όταν αντιμετωπίζουν δυσκολία στην ομιλία και ως επακόλουθο στην επικοινωνία τους, με στόχο την παροχή υπηρεσιών υψηλής ποιότητας για τον ασθενή.