Επιτομή:
Η Σκλήρυνση κατά Πλάκας (ΣΚΠ) χαρακτηρίζεται ως μία φλεγμονώδης και απομυελινωτική κατάσταση του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος (ΚΝΣ) με ιδιαίτερη εμφάνιση στη Βόρεια Αμερική, την Αυστραλία και τη Βόρεια Ευρώπη. Η εξέλιξη μπορεί να είναι υποτροπιάζουσα με διαλείπουσα ή προϊούσα πορεία με διακυμάνσεις στα χρονικά διαστήματα και τις περιοχές εκδήλωσης, ενώ το εύρος της κλινικής εικόνας είναι από καλοήθη νόσο μέχρι ταχεία εξέλιξη και ανικανότητα. Οι γυναίκες έχουν τριπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν τη νόσο σε σχέση με τους άνδρες. Γεγονός είναι πως οι στενοί συγγενείς που πάσχουν από ΣΚΠ διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν τη νόσο σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό.
Τα κλινικά συμπτώματα διαχωρίζονται σε βαθμούς (1ο, 2ο, 3ο ), σε οξεία, υποξεία ή χρόνια και σε επίμονα ή σύντομα. Ποικίλες είναι και οι κλινικές εκδηλώσεις όπως η κόπωση, η δυσκολία στη βάδιση, η αταξία και ο τρόμος, η σπαστικότητα κ.ά. Σημαντικό είναι να καθοριστεί από τον κλινικό σε ποια κατηγορία ανήκει ο ασθενής καθώς υπάρχει η υποτροπιάζουσα ΣΚΠ με μεγαλύτερο ποσοστό εμφάνισης (85%), η δευτεροπαθώς προϊούσα ΣΚΠ με χαρακτηριστικές τις υφέσεις και τις εξάρσεις και εξελισσόμενη πορεία, η πρωτοπαθώς προϊούσα ΣΚΠ, μία μορφή με σταθερή επιδείνωση και η προϊούσα υποτροπιάζουσα μορφή με σταθερή επιδείνωση από την έναρξη της νόσου. Η διάγνωση βασίζεται σε συγκεκριμένα διαγνωστικά κριτήρια. Εύλογο είναι πως πλέον υπάρχουν ειδικές μέθοδοι που αφορούν στο διαγνωστικό έλεγχο στη νόσο αυτή. Το κομμάτι της πρόγνωσης είναι πολύ ιδιαίτερο και δεν είναι δυνατόν να καθορισθεί με ευκολία για τον κάθε ασθενή.
Στη θεραπευτική αγωγή, είναι βασικό πως σε άλλα στοιχεία επικεντρώνεται η συμπτωματική θεραπεία και σε άλλα η φαρμακευτική αγωγή. Η δεύτερη εμπεριέχει τα φάρμακα που συνταγογραφούνται στους ασθενείς (ιντερφερόνες, οξική γλατιραμέρη). Στο τομέα αυτό, σχετικά καινούργιες είναι οι συμπληρωματικές και εναλλακτικές ιατρικές θεραπείες (υπνοθεραπεία).
Η πτυχιακή αυτή εργασία εστιάζει στο πιο κοινό και πρωτοεμφανιζόμενο σύμπτωμα, αυτό της κόπωσης. Η κόπωση ορίζεται ως μία υποκειμενική έλλειψη της σωματικής ή ψυχικής ενέργειας που γίνεται αντιληπτή από το άτομο ή τον φροντιστή και επηρεάζει τις καθημερινές δραστηριότητες. Πιο συγκεκριμένα, στην παρακάτω ανασκόπηση θα αναλυθούν διεξοδικά, όλες οι κλίμακες αξιολόγησης της κόπωσης της ΣΚΠ όπως αυτές εμφανίστηκαν με το πέρασμα των χρόνων μέχρι και την πιο πρόσφατη. Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην περιγραφή τους, την εγκυρότητα, την εσωτερική συνοχή καθώς και αρκετά, ακόμα, καίρια στοιχεία που ήρθαν στην επιφάνεια μέσα από την ανασκόπηση ενός αξιοσημείωτου αριθμού άρθρων.
Συμπερασματικά, αντιληπτό γίνεται πως η κόπωση αποτελεί ένα ξεχωριστό και αντιμετωπίσιμο κομμάτι στη νόσο της ΣΚΠ. Μέσα από τις κλίμακες αξιολόγησης, ο ασθενής είναι σε θέση να παίρνει πληροφορίες για την πορεία της ασθένειας του και να μπορεί ν’ αντιλαμβάνεται και να διακρίνει το αίσθημα της κόπωσης από τα υπόλοιπα συμπτώματα.