Επιτομή:
Ο όρος «Πραγματολογία» σχετίζεται με την διαδικασία της μελέτης της κατάλληλης χρήσης της γλώσσας, μέσω της οποίας επιτυγχάνεται η επιδέξια επικοινωνία. Ο Αυτισμός ανήκει στην κατηγορία των Διάχυτων Αναπτυξιακών Διαταραχών (ΔΑΔ) και επηρεάζει την ικανότητα του ατόμου να επικοινωνεί με αποτελεσματικό τρόπο και να αλληλεπιδρά επαρκώς με τους άλλους, να επεξεργάζεται τις πληροφορίες και να αντιδρά σε αισθητηριακά ερεθίσματα. Τα άτομα με αυτισμό κατατάσσονται σε διάφορες βαθμίδες με γνώμονα την λειτουργικότητα τους. Τα άτομα με σύνδρομο «Asperger», κατατάσσονται στην βαθμίδα υψηλής λειτουργικότητας στα οποία παρατηρείται το φαινόμενο των πραγματολογικών ελλείψεων και των περιορισμένων ενδιαφερόντων, όμως, οι γνωστικές και γλωσσικές ικανότητες των ατόμων αυτών διατηρούνται. Σκοπός λοιπόν της παρούσας μελέτης, ήταν να συλλεχθούν πληροφορίες σχετικά με την ανάπτυξη των πραγματολογικών δεξιοτήτων παιδιών τυπικής ανάπτυξης δύο ηλικιακών ομάδων (ηλικίας 4;06-5;06 και 5;06-6;06 ετών), να συγκριθούν αυτές μεταξύ τους και να διασαφηνιστεί το κατά πόσο διαφέρουν από αυτές παιδιών (ηλικίας 5;06-6;06 ετών) που ανήκουν στο φάσμα του αυτισμού και είναι υψηλής λειτουργικότητας (Αsperger). Στην έρευνα λοιπόν, συμμετείχαν συνολικά σαράντα δύο παιδιά τα οποία ταξινομήθηκαν σε τρεις ομάδες. Πιο συγκεκριμένα, δεκατέσσερα παιδιά είναι τυπικής ανάπτυξης ηλικίας 4;06-5;06 ετών, δεκατέσσερα παιδιά είναι τυπικής ανάπτυξης ηλικίας 5;06-6;06 ετών και δεκατέσσερα είναι παιδιά με ήπια ΔΑΔ ηλικίας 5;06-6;06 ετών. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η νοημοσύνη όλων των παιδιών του δείγματος κυμαίνονταν σε φυσιολογικά επίπεδα. Τέλος, για την εξαγωγή συμπερασμάτων χορηγήθηκε Πρωτόκολλο Πραγματολογίας βασισμένο στο εργαλείο STASS (South Tyneside Assessment of Syntactic Structures). Τα αποτελέσματα της έρευνάς μας στο πρωτόκολλο της πραγματολογίας έδειξαν πως, ο μέσος αριθμός σωστών απαντήσεων των παιδιών τυπικής ανάπτυξης ηλικίας 5;06-6;06 ετών έφτασε στο 81,7% και ήταν μεγαλύτερος με διαφορά της τάξεως των 5% από το μέσο όρο των παιδιών τυπικής ανάπτυξης ηλικίας 4;06-5;06 ετών όπου έφτασε στο 76,7%. Ο μικρότερος μέσος αριθμός σωστών απαντήσεων παρατηρήθηκε στα παιδιά με ήπια ΔΑΔ ηλικίας 5;06-6;06 ετών ο οποίος έφτασε στο 71,1%. Αυτό φανερώνει ότι οι πραγματολογικές δεξιότητες των παιδιών με ήπια ΔΑΔ, όπως αυτές μετρήθηκαν με το προσαρμοσμένο πρωτόκολλο, παρουσιάζουν μία καθυστέρηση ως προς την ανάπτυξη τους, καθώς οι επιδώσεις τους κυμαίνονται κοντά στις επιδώσεις της μικρότερης ηλικιακής ομάδας των παιδιών τυπικής ανάπτυξης. Οπότε από αυτές τις διαφορές ανάμεσα στις τρεις ομάδες παιδιών, στατιστικώς οριακά σημαντική διαφορά προέκυψε μόνο μεταξύ του μέσου όρου σωστών απαντήσεων των παιδιών τυπικής ανάπτυξης ηλικίας 4;06-5;06 ετών και των παιδιών με ήπια ΔΑΔ ηλικίας 5;06-6;06 ετών.