Επιτομή:
Είναι δεδομένο ότι η χώρα μας χαρακτηρίζεται σήμερα ως χώρα υποδοχής μεταναστών, λόγω του ότι από το 1980 και ύστερα δέχτηκε σε σύγκριση με τον αριθμό του γενικού πληθυσμού ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό μεταναστών, παλαιότερα από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, στη δεκαετία του 1990 από την Αλβανία, και σήμερα από χώρες της Αφρικής και της Ασίας. Ο πληθυσμός της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί αρκετά, εξαιτίας των μετακινήσεων διαφόρων εθνικοτήτων στον ελλαδικό χώρο. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες των ατόμων εκείνων, που αποχωρίστηκαν τη χώρα καταγωγής τους και πλέον διαμένουν προσωρινά ή μόνιμα στην Ελλάδα. Επίσης η αναμενόμενη πολυπολιτισμικότητα, αν και δε μπορεί να θεωρηθεί ως ο σημαντικότερος παράγοντας, είχε ως αποτέλεσμα και αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες του γηγενούς πληθυσμού.
Σκοπός: Κύριος σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να παρουσιάσει και να αναλύσει την όποια σύνδεση μεταξύ των διαφορετικών πολιτισμικών στοιχείων που χαρακτηρίζουν τις διάφορες εθνικές ομάδες σε ότι αφορά τη σίτιση και κατάποση και πως διαφοροποιούνται οικουμενικά, αλλά και μεταβάλλονται ανάλογα με τις μετακινήσεις των διαφόρων ομάδων, εθνικής διαφοροποίησης.
Μεθοδολογία: Για την επίτευξη της παρούσας έρευνας επιλέχθηκαν 60 άτομα, από 6 εθνικές ομάδες (12 συμμετέχοντες από Ελλάδα, 8 από Αλβανία, 8 από Τουρκία, 12 από Ινδία, 10 από Ιορδανία και 10 από Κύπρο). Οι μισοί από τους προαναφερθέντες συμμετέχοντες έλαβαν μέρος σε Focus Groups, κατά τη διάρκεια των οποίων απάντησαν σε συγκεκριμένες ερωτήσεις. Οι άλλοι μισοί συμμετέχοντες κλήθηκαν να συμπληρώσουν ατομικά ένα γραπτό ερωτηματολόγιο, το οποίο αποτελούνταν από ακριβώς τις ίδιες ερωτήσεις που είχαν τεθεί κατά τη διάρκεια των Focus Groups. Οι απαντήσεις τους συγκρίθηκαν με αυτές του υπόλοιπου του δείγματος, οι οποίοι συμπλήρωσαν ατομικά το ερωτηματολόγιο. Το ερωτηματολόγιο συντάχθηκε με βάση ερωτήσεις που εμπεριέχονταν σε προηγούμενες συναφείς έρευνες τις επόπτριας καθηγήτριας.
Αποτελέσματα: Εκ των αποτελεσμάτων εξήχθη το συμπέρασμα πως τα κριτήρια που αφορούν την καθημερινότητα των συμμετεχόντων, τη ψυχολογία τους, αλλά και τη διαμονή ή όχι στην πατρική τους κατοικία, διαδραματίζουν καταλυτικό παράγοντα σε σύγκριση με το πολιτισμικό τους προφίλ. Συγκεκριμένα, η μέση ηλικία των συμμετεχόντων ήταν 26 και 31,4 ετών για την ομάδα του FG και του ΑΕ αντίστοιχα. Στο σύνολο των συμμετεχόντων (60 άτομα), οι περισσότεροι ήτοι 18 άτομα δήλωσαν μουσουλμανικής θρησκείας και 16 ορθόδοξοι χριστιανοί. Σε ποσοστό 60% δεν αισθάνονται ότι ανήκουν σε κάποια πολιτισμική ομάδα και επίσης σε ποσοστό 62% δεν επηρεάζονται σε ότι αφορά τις διατροφικές τους συνήθειες. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι και οι δύο ομάδες ερωτώμενων ανέφεραν ελλιπή πληροφόρηση σε ότι αφορά τις διαταραχές κατάποσης ή τη δυσφαγία.
Συμπέρασμα: Η σύνδεση του πολιτισμού με τη σίτιση και την κατάποση είναι υπαρκτή, αλλά βασίζεται στο βαθμό που κάθε άτομο ξεχωριστά νιώθει πως ανήκει σε μία πολιτισμική ομάδα. Οι συμμετέχοντες της παρούσας έρευνας συνέδεσαν περισσότερο διαφορετικούς παράγοντες, με τις διατροφικές τους επιλογές, ενώ η πολιτισμική τους ταυτότητα, εάν και εφόσον θεωρείται σημαντική για τους ίδιους, διαδραμάτισε πολύ μικρότερο ρόλο σε σύγκριση με αυτούς. Τέλος, σε ότι αφορά τους ειδικούς υγείας στα ελληνικά νοσοκομεία, οι συμμετέχοντες έδειξαν να είναι μέτρια ικανοποιημένοι, λόγω κυρίως της μη ύπαρξης νοσηλείας, οι περισσότεροι εκ των συμμετεχόντων δεν υπογράμμισαν τυχόν αρνητικές στάσεις ως αποτέλεσμα της διαφορετικής τους εθνικότητας ή κουλτούρας.