Επιτομή:
Η παρούσα εργασία αναλύει ακουστικά και αντιληπτικά, προβλήματα συντονισμού αναπνοής και φώνησης κατά την συνεχόμενη ομιλία και την επανάληψη προτάσεων ενός ατόμου με δυσαρθρία. Οι συμμετέχοντες είναι ένας άντρας 45 ετών με παρεγκεφαλιδική αταξία και ένας τυπικός ομιλητής 40 ετών ως ομάδα ελέγχου. H ομιλία του ασθενή χαρακτηρίζεται κυρίως από περιόδους αναπνευστικής – ψυθιριστής ομιλίας, συχνές παύσεις, μειωμένο αναπνευστικό έλεγχο και αλλαγές στην ποιότητα της φωνής, οι οποίες επηρεάζουν την φυσικότητα και την καταληπτότητα.
Τα δεδομένα συλλέχθηκαν από ηχογράφηση στα πλαίσια λήψης ιστορικού με μορφή συνέντευξης μεταξύ του ασθενή και ενός λογοθεραπευτή, όπου λήφθηκαν δείγματα συνεχόμενης ομιλίας, η οποία πραγματοποιήθηκε μόνο από τον ασθενή (ΒΤ). Στην συνέχεια ακολούθησε δραστηριότητα επανάληψης προτάσεων και από τους δύο συμμετέχοντες. Το υλικό της δοκιμασίας ήταν 28 προτάσεις που διακρίνονταν σε πολυπλοκότητα, όπως είναι τα φωνήματα, τα συμπλέγματα, το μήκος, η συχνότητα των λέξεων, η ρυθμική κατηγορία και η γραμματική δομή. Οι δοκιμασίες αναλύθηκαν ακουστικά μέσω του Praat.
Αναλυτικότερα, σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να εντοπιστούν εάν υπάρχουν διαφορές στην δομή των αναπνευστικών ομάδων του ασθενή και του τυπικού ομιλητή κατά την παραγωγή προτάσεων. Παράλληλα μελετήθηκε εάν υπάρχει διαφορά μεταξύ των αναπνευστικών ομάδων της ελεύθερης συζήτησης και των προτάσεων του ίδιου του ασθενή. Ακόμη, ερευνήθηκε εάν υφίσταται διαφορά στα μοτίβα ηχηρότητας και κατά πόσο αυτά τα μοτίβα επηρεάζονται από την εγγενή ηχηρότητα και τον λεξικό τόνο των συλλαβών του ασθενή και του τυπικού ομιλητή κατά την παραγωγή προτάσεων.
Τα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν την ύπαρξη διαφοράς στην δομή των αναπνευστικών ομάδων μεταξύ του ασθενή και του τυπικού ομιλητή. Πιο συγκεκριμένα, ο ασθενής έχει περισσότερες αναπνευστικές ομάδες μικρής διάρκειας με μειωμένο αριθμό συλλαβών. Επίσης, κατά την ελεύθερη συζήτηση ο ασθενής παρήγαγε μεγαλύτερες αναπνευστικές ομάδες με αυξημένο αριθμό συλλάβων από ότι στις προτάσεις. Στα μοτίβα ηχηρότητας ο ασθενής διατηρούσε τα ίδια μοτίβα με τον τυπικό ομιλητή, όσον αφορά την εγγενή ηχηρότητα και τον λεξικό τόνο των συλλαβών, έχοντας πολύ χαμηλότερο ποσοστό ηχροποίησης κατά την επανάληψη προτάσεων.