Επιτομή:
Η διερεύνηση της δομής της ομιλίας των υγιών ενηλικών είναι εξίσου σημαντική με αυτή των ατόμων με αφασία τόσο σε επίπεδο αξιολόγησης και διάγνωσης όσο και σε επίπεδο θεραπείας.
Σκοπός της συγκεκριμένης πτυχιακής εργασίας είναι να συγκρίνει εάν παράγοντες όπως η ηλικία, το φύλο και το μορφωτικό επίπεδο επηρεάζουν τη δομή του καθημερινού λόγου, όπως επίσης και τη μεταδιδόμενη πληροφορία στον ακροατή. Επίσης, διερευνά την επίδραση του εκάστοτε ερεθίσματος κατά την απόδοση του λόγου. Ο καθορισμός της σημαντικότητας των παραπάνω παραγόντων εξυπηρετεί κλινικούς και θεραπευτικούς σκοπούς.
Στην έρευνα συμμετείχαν 61 υγιείς γνωστικά ενήλικες ηλικίας 40 έως 80 ετών εκ των οποίων οι 38 ήταν γυναίκες και οι 23 άντρες. Έγινε ανάλυση δείγματος του λόγου του με τη μέτρηση Correct Information Unit.Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η ηλικία δε καθορίζει κάποια συστηματική επίδραση. Ωστόσο, το αντρικό φύλο και τα υψηλότερα επίπεδα εκπαίδευσης και γνωστικής ικανότητας φαίνεται να σχετίζονται με σημαντικά υψηλότερο ποσοστό ορθών αποκρίσεων. Επίσης, βρέθηκε σημαντική διαφοροποίηση των αποτελεσμάτων των συμμετεχόντων ανάμεσα στις δύο εικόνες που χορηγήθηκαν. Συνεπώς, φαίνεται ότι το εκάστοτε ερέθισμα επηρεάζει την παραγωγή λόγου κατά την απόδοση.
Συμπεραίνουμε λοιπόν, ότι οι κλινικοί πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα δημογραφικά χαρακτηριστικά των ενηλίκων κάτα την αξιολόγηση της ικανότητας του λόγου τους όπως επίσης και το εκάστοτε ερέθισμα κατά την απόδοση. Ωστόσο, περαιτέρω έρευνα απαιτείται.