Επιτομή:
Σκοπός: Η παρούσα εργασία αναφέρεται στην εκπαίδευση του Θ., αγοριού ηλικίας 2,9 ετών με ολική τύφλωση στα πλαίσια ενός σπάνιου γενετικού συνδρόμου που ονομάζεται οφθαλμοεγκεφαλοδερματικό σύνδρομο (OCCS) στη χρήση διακοπτών ως μέσο επαυξητικής επικοινωνίας. Σκοπός του θεραπευτικού προγράμματος είναι η βελτίωση της επικοινωνίας του παιδιού σε όλα τα επικοινωνιακά περιβάλλοντα και με όλους τους επικοινωνιακούς συντρόφους με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας ζωής του ίδιου και της οικογένειάς του.
Μεθοδολογία: Έπειτα από τη λήψη ιστορικού πραγματοποιήθηκε άτυπη αξιολόγηση για τον προσδιορισμό των δυνατοτήτων και των αδυναμιών του παιδιού. Οι στόχοι που τέθηκαν μετά την αξιολόγηση και τη συζήτηση με την οικογένειά του ήταν: 1) Πάτημα του διακόπτη «ναι» κάθε φορά που επιθυμεί να δηλώσει την επιθυμία του 2) Αίτημα για βοήθεια (με οποιοδήποτε τρόπο) προς την θεραπεύτρια κάθε φορά που δυσκολεύεται να κάνει κάτι 3) Πάτημα του διακόπτη «όχι» κάθε φορά που επιθυμεί να δηλώσει την άρνησή του και 4) Έλεγχος παρόρμησης και άπλωμα χεριών κάθε φορά που θέλει να πάρει ένα αντικείμενο. Η θεραπευτική παρέμβαση διήρκησε για 2,5 μήνες περίπου (από τις 10/9/2018 έως και τις 29/11/2018) και είχε συχνότητα δύο φορές την εβδομάδα. Όλες οι συνεδρίες πραγματοποιήθηκαν στους χώρους του Κέντρου Ειδικών Θεραπειών που πήγαινε ήδη ο Θ.
Αποτελέσματα: Η επαναξιολόγηση που πραγματοποιήθηκε με το πέρας της παρέμβασης έδειξε σημαντική βελτίωση σε όλους τους τομείς. Το παιδί κατέκτησε την ικανότητα να εκφράζει την επιθυμία ή την άρνησή του πατώντας τον κατάλληλο διακόπτη με αποτέλεσμα να μειωθούν οι αρνητικές συμπεριφορές που παρουσίαζε προηγουμένως (κλάμα, πείσμα, φωνές κ.λπ.). Παράγει συχνά τις λέξεις «ναι» και «όχι» αν και χωρίς την κατάλληλη επικοινωνιακή πρόθεση. Δηλώνει ότι χρειάζεται βοήθεια τείνοντας τα χέρια ή το σώμα προς τον ενήλικα αν και πάντοτε αναμένει σχετική ερώτηση. Έχει εξοικειωθεί με το γεγονός ότι οι ενέργειές του μπορούν να παρακινήσουν τον ενήλικα να εκπληρώσει κάποιες πρακτικές του ανάγκες. Η παρόρμηση που εμφάνιζε να αρπάζει με πείσμα όλα τα αντικείμενα της επιθυμίας του μειώθηκε. Τέλος, παρατηρήθηκε πως αυξήθηκε και ο χρόνος παραμονής του κοντά στον ενήλικα προτού προσπαθήσει να απομακρυνθεί κρατώντας ένα αντικείμενο, ενώ πλέον δέχεται και την εμπλοκή άλλου ατόμου στο παιχνίδι του, παρότι δεν συμμετέχει ενεργά στη διαδικασία.
Συμπεράσματα: Συμπεραίνεται λοιπόν ότι το πρόγραμμα επαυξητικής επικοινωνίας βοήθησε αποτελεσματικά το παιδί τόσο στην έκφραση των βασικών επικοινωνιακών του προθέσεων όσο και στη συνολική βελτίωση της συμπεριφοράς του. Οι προαναφερόμενες επιδόσεις του Θ. κρίνονται ιδιαίτερα σημαντικές κυρίως λόγω της περιορισμένης διάρκειας και συχνότητας της παρέμβασης αλλά και λόγω του περιορισμένου χρόνου που μπορούσαν να αφιερώσουν οι γονείς για την εξάσκηση του παιδιού στη χρήση της συσκευής στο σπίτι. Τέλος, γίνεται φανερό ότι η χρήση μεθόδων επαυξητικής επικοινωνίας μπορεί να είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική σε παιδιά με ολική τύφλωση όπως ο Θ.