Επιτομή:
Η λεκτική ευχέρεια αποτελεί μία ευρέως διαδεδομένη και καθιερωμένη δοκιμασία που περιλαμβάνεται σε αρκετές συστοιχίες Νευροψυχολογικής Αξιολόγησης, και διεξάγεται σε σύντομο χρονικό διάστημα. Αναφέρεται στην ικανότητα του ατόμου να παράγει τις αρμόζουσες λέξεις, οι οποίες υπόκεινται σε μία δοσμένη (φωνημική ή σημασιολογική) κατηγορία ή υποκατηγορία, εντός ενός δοσμένου χρονικού διαστήματος. Η λεκτική ευχέρεια συνήθως αποτελείται από τις υποδοκιμασίες της φωνημικής και σημασιολογικής ευχέρειας, οι οποίες απεικονίζουν πτυχές εκτελεστικών και γλωσσικών ικανοτήτων. Η ρηματική ευχέρεια αποτελεί ένα πρόσφατα ανεπτυγμένο είδος λεκτικής ευχέρειας, που αντιστοιχεί στην ικανότητα του ατόμου να παράγει όσο το δυνατόν περισσότερα ρήματα (ή δράσεις ή «πράγματα» που κάνουν οι άνθρωποι) εντός ενός δοσμένου χρονικού διαστήματος, επιτρέποντας είτε τη παραγωγή ρημάτων που αναφέρονται σε συγκεκριμένες δράσεις, είτε σε εσωτερικές καταστάσεις. Σε αντίθεση με τη λεκτική ευχέρεια, το εύρος της χρήσης της ρηματικής ευχέρειας ως εργαλείο Νευροψυχολογικής Αξιολόγησης δεν είναι μεγάλο. Όμως, δεδομένων των πολλών ερευνών οι οποίες επισημαίνουν την ευαισθησία της ως εργαλείο ανίχνευσης γνωστικών ελλειμμάτων τα οποία δεν απεικονίζονται μέσω της λεκτικής ευχέρειας, η χρήση της ως γλωσσικός δείκτης εκτελεστικών λειτουργιών τείνει να αυξάνεται.
Στη παρούσα έρευνα μελετήθηκαν 57 γνωστικά υγιή άτομα ηλικίας 20-50 ετών, με σκοπό το καθορισμό του κατώτερου ορίου της φυσιολογικής επίδοσης στη λεκτική και ρηματική ευχέρεια, συνυπολογίζοντας δημογραφικούς και κοινωνικοπολιτισμικούς παράγοντες (όπως η ηλικία, το εκπαιδευτικό επίπεδο, το φύλο, ο τομέας επαγγέλματος και η συναισθηματική κατάσταση). Επίσης, εξετάστηκαν οι πτυχές εκτελεστικών και γλωσσικών ικανοτήτων που σκιαγραφούν οι δοκιμασίες της λεκτικής και ρηματική ευχέρειας, συσχετίζοντας τις βαθμολογίες των συμμετεχόντων στη λεκτική και ρηματική ευχέρεια με τις αντίστοιχες βαθμολογίες τους στη Γνωστική Αξιολόγηση Μόντρεαλ·MoCA (ένα εργαλείο απεικόνισης της συνολικής γνωστικής κατάστασης του ατόμου, το οποίο αξιολογεί πολλαπλούς γνωστικούς τομείς) στη Διάταξη Αριθμών και Αντίστροφη Μνήμη Αριθμών (οι οποίες αξιολογούν τη λεκτική μνήμη εργασίας), και στη Δοκιμασία Κατονομασίας της Βοστώνης· BNT (η οποία αξιολογεί την ικανότητα λεξιλογικής ανάκτησης).
Η ηλικία αποτέλεσε δείκτης πρόβλεψης της επίδοσης στη φωνημική, σημασιολογική και ρηματική ευχέρεια, ενώ το εκπαιδευτικό επίπεδο αποτέλεσε δείκτης πρόβλεψης της επίδοσης στη φωνημική και ρηματική ευχέρεια. Η επίδοση των συμμετεχόντων στη Διάταξη Αριθμών και στην Αντίστροφη Μνήμη Αριθμών συσχετίστηκαν θετικά με την επίδοσή τους στη φωνημική, σημασιολογική και ρηματική ευχέρεια, ενώ η επίδοση στο MoCA συσχετίστηκε θετικά με την επίδοση στη φωνημική και σημασιολογική ευχέρεια. Η επίδοση στο BNT συσχετίστηκε θετικά μόνο με την επίδοση στη σημασιολογική ευχέρεια.